Image Banner Mobile Here

Οι ενδοκοιλιακοί όγκοι συνιστούν μια ομάδα διαφορετικών τύπων όγκων που αναπτύσσονται στις κοιλίες του εγκεφάλου και η αντιμετώπισή τους απαιτεί μεγάλη εμπειρία κι εξειδίκευση.

Έχοντας θητεύσει ως διευθυντής σε κορυφαία κέντρα Νευροχειρουργικής στη Γερμανία, ο Δρ. Γούσιας έχει σημαντική εμπειρία στη χειρουργική αντιμετώπιση των σπάνιων αυτών όγκων του εγκεφάλου (τουλάχιστον μια αντίστοιχη επέμβαση την εβδομάδα επί σειρά ετών) και εξειδίκευση στην πλέον σύγχρονη ενδοσκοπική εκτομή τους.

Ο Δρ. Γούσιας είναι συχνά ομιλητής σε διεθνή συνέδρια Νευροχειρουργικής, όπου μοιράζεται την τεχνογνωσία του και την εξειδικευμένη του γνώση πάνω στις πλέον πρωτοποριακές μεθόδους διαχείρισης των όγκων του εγκεφάλου.

Η ενδοσκοπική εκτομή των ενδοκοιλιακών όγκων είναι ελάχιστα επεμβατική και αποφεύγει τις μεγάλες κρανιοτομές των συμβατικών ανοικτών επεμβάσεων.

Οι ενδοκοιλιακοί όγκοι είναι μια διαφορετική ομάδα όγκων που αναπτύσσονται στο ενδοκοιλιακό σύστημα του εγκεφάλου. Αυτό αποτελείται από τις τέσσερις κοιλίες, οι οποίες είναι υπεύθυνες για την παραγωγή και την κυκλοφορία του εγκεφαλονωτιαίου υγρού:

  • η πρώτη και η δεύτερη πλάγια κοιλία, που βρίσκονται εντός των ημισφαιρίων του εγκεφάλου,
  • η τρίτη κοιλία του διεγκεφάλου και
  • η τέταρτη κοιλία, πίσω από τον προμήκη μυελό και τη γέφυρα.

Οι ενδοκοιλιακοί όγκοι εμφανίζονται σε άτομα όλων των ηλικιών, αν και ορισμένοι τύποι παρατηρούνται πιο συχνά σε συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες.

Τύποι ενδοκοιλιακών όγκων

Υπάρχουν διάφοροι τύποι ενδοκοιλιακών όγκων, οι οποίοι έχουν ως αφετηρία διαφορετικούς τύπους κυττάρων εντός των κοιλιών, οδηγώντας σε ξεχωριστές κλινικές εκδηλώσεις, χαρακτηριστικά και θεραπευτικές προσεγγίσεις.

Οι κυριότεροι τύποι ενδοκοιλιακών όγκων είναι οι εξής:

  • Επενδυμώματα: Ένας από τους πιο συνηθισμένους τύπους ενδοκοιλιακών όγκων, αναπτύσσεται στα επενδυματικά κύτταρα που καλύπτουν τις κοιλίες και ειδικότερα την τέταρτη κοιλία (60% των περιπτώσεων). Τα επενδυμώματα διαγιγνώσκονται συνήθως σε παιδιά και νεαρούς ενήλικες, αλλά μπορεί να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε ηλικία. Είναι οι τρίτοι πιο συχνοί παιδικοί όγκοι εγκεφάλου, μετά το αστροκύτωμα και το μυελοβλάστωμα. Αποτελούν περίπου το 2%-9% των παιδιατρικών όγκων του εγκεφάλου και σχεδόν το ένα τρίτο όλων των όγκων του εγκεφάλου σε παιδιά κάτω των 3 ετών. Καθώς αυξάνονται σε μέγεθος, τα επενδυμώματα εμποδίζουν τη ροή του εγκεφαλονωτιαίου υγρού, οδηγώντας σε υψηλή ενδοκρανιακή πίεση με συμπτώματα όπως πονοκέφαλοι, ναυτία, έμετος και οπτικές διαταραχές. Η αντιμετώπιση των επενδυμωμάτων γίνεται με τη χειρουργική εκτομή τους και συμπληρωματική ακτινοθεραπεία.
  • Όγκοι χοριοειδούς πλέγματος: Όγκοι που αναπτύσσονται στα κύτταρα που παράγουν εγκεφαλονωτιαίο υγρό εντός των κοιλιών. Εντοπίζονται συχνότερα σε βρέφη και παιδιά (αποτελούν το 15%-20% των ενδοκρανιακών όγκων τον πρώτο χρόνο της ζωής). Εμφανίζονται συχνότερα στους κόλπους της πλάγιας κοιλίας και της τέταρτης κοιλίας.  Τα θηλώματα του χοριοειδούς πλέγματος είναι συνήθως καλοήθη (80%), ενώ τα καρκινώματα του χοριοειδούς πλέγματος είναι κακοήθη (20%). Ως όγκοι, προκαλούν υπερπαραγωγή εγκεφαλονωτιαίου υγρού, οδηγώντας σε υδροκέφαλο με συναφή συμπτώματα. Η χειρουργική εκτομή του όγκου ακολουθούμενη από χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία είναι η συνηθισμένη θεραπευτική προσέγγιση.
  • Μηνιγγιώματα: Ο δεύτερος πιο συχνός πρωτοπαθής όγκος εγκεφάλου στους ενήλικες, επηρεάζοντας περισσότερες γυναίκες παρά άνδρες, ιδιαίτερα γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας. Τα μηνιγγιώματα αναπτύσσονται πολύ αργά και μπορεί να μην προκαλούν συμπτώματα για αρκετά χρόνια, εκτός εάν πιέζουν το εγκεφαλικό στέλεχος και/ή συμπιέζουν δομές, όπως τα οπτικά και τα κρανιακά νεύρα.
  • Κεντρικά νευροκυτταρώματα: Σπάνιοι όγκοι που έχουν ως αφετηρία τους τα νευρωνικά κύτταρα εντός των κοιλιών και προσβάλλουν κυρίως νεαρούς ενήλικες. Συνήθως, αναπτύσσονται βραδέως και ενδέχεται να προκαλέσουν συμπτώματα, όπως πονοκεφάλους, επιληπτικές κρίσεις και διαταραχές μνήμης. Η αντιμετώπισή τους είναι κατά βάση χειρουργική και αφορά στην εκτομή του όγκου. Μπορεί να ληφθούν επικουρικές θεραπείες σε περιπτώσεις υπολειμματικών ή υποτροπιαζόντων όγκων.
  • Υποεπενδυματικοί γιγαντοκυτταρικοί όγκοι: Πρόκειται για καλοήθεις όγκους που συχνά αναπτύσσονται σε άτομα με μια γενετική διαταραχή, την κονδυλώδη σκλήρυνση. Οι όγκοι αυτοί προκύπτουν από κύτταρα στην επένδυση των τοιχωμάτων των κοιλιών και μπορεί να οδηγήσουν σε υδροκέφαλο, προκαλώντας νευρολογικά συμπτώματα. Η αντιμετώπισή τους είναι συνήθως χειρουργική με παράλληλη στοχευμένη θεραπεία με αναστολείς mTOR.
  • Μη νεοπλασματικές βλάβες: Εκτός από τις νεοπλασματικές βλάβες, μπορεί να παρατηρηθεί ένας αριθμός μη νεοπλασματικών «μαζών» εντός του κοιλιακού συστήματος: από κυστικές βλάβες, όπως κολλοειδής κύστη, απλές ενδοκοιλιακές κύστεις (αραχνοειδείς κύστεις, επενδυματικές κύστεις και μεγάλες κύστεις του χοριοειδούς πλέγματος) και ξανθοκοκκιώματα του χοριοειδούς. Συνήθως, ανακαλύπτονται τυχαία σε απεικονιστικές εξετάσεις του εγκεφάλου.

Η συμπτωματολογία των ενδοκοιλιακών όγκων ποικίλει ανάλογα με τον τύπο και τη θέση τους στον εγκέφαλο. Τα πιο κοινά συμπτώματα περιλαμβάνουν:

  • επιληπτικές κρίσεις
  • μούδιασμα
  • αδυναμία
  • γνωστικές ή συμπεριφορικές αλλαγές
  • διαταραχές μνήμης
  • προβλήματα λόγου
  • αδυναμία ή απώλεια της αίσθησης στα χέρια ή τα πόδια
  • διαταραχές όρασης

Η παρεμπόδιση της ροής του εγκεφαλονωτιαίου υγρού από ενδοκοιλιακούς όγκους, μπορεί να οδηγήσει σε αποφρακτικό υδροκέφαλο, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει πονοκέφαλο, ναυτία, προβλήματα όρασης και άλλες επιπλοκές.

Η διάγνωση των ενδοκοιλιακών όγκων ξεκινά με τη λήψη λεπτομερούς ιστορικού και τη φυσική εξέταση του ασθενούς. Ακολούθως, η διάγνωση επιβεβαιώνεται με απεικονιστικό έλεγχο, ο οποίος περιλαμβάνει εξετάσεις, όπως μαγνητική και αξονική τομογραφία. Επιπλέον, ενδέχεται να ληφθεί δείγμα ιστού (βιοψία) για να προσδιοριστεί εάν ο τύπος του όγκου και αν υπάρχει κακοήθεια.

Οι ενδοκοιλιακοί όγκοι μπορούν να αντιμετωπιστούν με μοναδικές, ελάχιστα επεμβατικές χειρουργικές προσεγγίσεις. Η χειρουργική προσέγγιση εξαρτάται από τον τύπο του όγκου, το αν είναι καλοήθης ή όχι, το μέγεθος και τη θέση του εντός του κοιλιακού συστήματος του εγκεφάλου.

Η μέθοδος εκλογής για τη χειρουργική αντιμετώπιση των ενδοκοιλιακών όγκων είναι η Ενδοσκοπική Προσέγγιση. Στην εικόνα 1 μπορούμε να αναγνωρίσουμε δυο μικρές εστίες επενδυμώματος της ΙΙΙ κοιλίας, όπως αυτές φαίνονται μέσα από το ενδοσκόπιο. Αυτή η καινοτόμος, ελάχιστα επεμβατική τεχνική διενεργείται μέσα από μια μικρή οπή (10-12 χιλιοστών (κρανιοανάτρηση).

Εν γένει, μπορεί κανείς να πει ότι οι καλοήθης και καλά περιγεγραμμένοι ενδοκοιλιακοί όγκοι αφαιρούνται πάντα ενδοσκοπικά, ενώ οι κακοήθεις όγκοι με διήθηση ενδέχεται να απαιτούν μια μικροχειρουργική επέμβαση.

Ενδοσκοπική Αφαίρεση Ενδοκοιλιακών Όγκων

Οι ενδοκοιλιακοί όγκοι εμφανίζονται σε όλες τις ηλικίες ενώ προκαλούν μια ποικιλία συμπτωμάτων, με κυριότερο τον υδροκέφαλο. Η χρήση του ενδοσκοπίου είναι μια εξαιρετική επιλογή που προσφέρει άριστη απεικόνιση του κοιλιακού συστήματος και τη δυνατότητα της ολικής αφαίρεσης των ενδοκοιλιακών όγκων μέσω μιας μικρής κρανιοανάρτησης/οπής. Η νευροενδοσκόπηση μπορεί να συνδυασθεί με την νευροπλοήγηση για την καλύτερη καθοδήγηση του νευροενδοσκοπίου μέχρι την περιοχή των κοιλιών στην οποία εντοπίζεται ο όγκος.

Η εικόνα 1, απεικονίζει τη ν καθοδήγηση του ενδοσκοπίου μέχρι τις κοιλίες του εγκεφάλου για να αφαιρεθεί στην συνέχεια ο όγκος ενδοσκοπικά.

Image Here

Εικ. 1. Ο καθηγητής Νευροχειρουργικής κ. Γούσιας προωθεί το ενδοσκόπιο στην αριστερή πλάγια κοιλία , όπως φαίνεται στην οθόνη του νευροπλοηγού (δεξιά). Στην αριστερή οθόνη υπάρχει η οθόνη του πύργου του ενδοσκοπίου, που απεικονίζει το χοριοειδές πλέγμα της αριστερής πλάγιας κοιλίας. Στη συνέχεια θα ακολουθήσει προώθηση του ενδοσκοπίου στην τρίτη κοιλία για την αφαίρεση του όγκου.

 

Η Ενδοσκόπηση έφερε επανάσταση στη Νευροχειρουργική επιτρέποντας την αφαίρεση δυσπρόσιτων όγκων που περιβάλλονται από ζωτικής σημασίας, ευαίσθητες δομές ελάχιστα επεμβατικά και με το μικρότερο δυνατό χειρουργικό τραύμα.

Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται:

  • Μικρότερη διάρκεια επέμβασης
  • Λιγότερος μετεγχειρητικός πόνος
  • Συντομότερη νοσηλεία
  • Ταχύτερη ανάρρωση κι επάνοδος στην καθημερινότητα
  • Βέλτιστο αισθητικό αποτέλεσμα

Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι μειώνεται σημαντικά ο κίνδυνος διεγχειρητικών και μετεγχειρητικών επιπλοκών, όπως λοιμώξεις και διαταραχές επούλωσης.

Η ενδοσκοπική χειρουργική είναι ελάχιστα επεμβατική και προκαλεί πολύ λιγότερο μετεγχειρητικό πόνο σε σχέση με τις κλασικές ανοικτές επεμβάσεις. Οι περισσότεροι ασθενείς χρειάζονται μόνο ήπια αναλγητικά και μπορούν να κινητοποιηθούν γρήγορα μετά την επέμβαση.

Η ανάρρωση είναι σαφώς ταχύτερη σε σχέση με τις παραδοσιακές τεχνικές. Οι ασθενείς παραμένουν στο νοσοκομείο συνήθως για λίγες ημέρες και επιστρέφουν στις καθημερινές τους δραστηριότητες μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, ανάλογα πάντα με τον τύπο του όγκου και τη συνολική τους κατάσταση.

Όχι. Υπάρχουν καλοήθεις όγκοι, όπως τα επενδυμώματα ή οι όγκοι του χοριοειδούς πλέγματος, που εμφανίζονται πιο συχνά από τις κακοήθεις μορφές. Η διάγνωση και η ιστολογική ανάλυση είναι καθοριστικές για τον καθορισμό της κατάλληλης θεραπείας.

Ο κίνδυνος υποτροπής εξαρτάται από τον τύπο του όγκου, την πληρότητα της αφαίρεσης και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ασθενούς. Οι καλοήθεις όγκοι που αφαιρούνται πλήρως ενδοσκοπικά έχουν πολύ μικρή πιθανότητα υποτροπής, ενώ στους κακοήθεις απαιτείται συχνά συμπληρωματική θεραπεία και τακτική παρακολούθηση.

Η ενδοσκοπική μέθοδος πραγματοποιείται μέσω μιας πολύ μικρής οπής 10 με 12 χιλιοστών, χωρίς μεγάλες κρανιοτομές. Αυτό συνεπάγεται μικρότερο χειρουργικό τραύμα, λιγότερο πόνο, ταχύτερη ανάρρωση, μικρότερη διάρκεια νοσηλείας και μειωμένο κίνδυνο επιπλοκών, προσφέροντας παράλληλα άριστη απεικόνιση και ακριβή αφαίρεση του όγκου.

Φόρμα Επικοινωνίας